01. Το νησί

Η Λήμνος με μια ματιά

Η Λήμνος ανήκει στη νησιωτική Περιφέρεια του Βορείου Αιγαίου και βρίσκεται σχεδόν στο μέσο της διαδρομής από το Άγιο Όρος στον Ελλήσποντο. Είναι το όγδοο μεγαλύτερο ελληνικό νησί, με έκταση περίπου 478 τετραγωνικά χιλιόμετρα και πληθυσμό 17.000 περίπου κατοίκους. Η Λήμνος είναι ένας ενδιαφέρων τόπος, άνυδρος αλλά ταυτόχρονα γόνιμος, ημιορεινός αλλά και πεδινός, με πλούσια πολιτισμική δραστηριότητα και φυσική απλότητα.

Limnos land
lemnos sheeps
lemnos beach
lemnos stone
lemnos bird
lemnos wine
sheeps
lemnos land
stone for wine

Η Λήμνος έχει κηρυχθεί στο σύνολό της «τοπίο ιδιαίτερου φυσικού κάλλους» και πολλοί οικισμοί του νησιού έχουν χαρακτηριστεί παραδοσιακοί. Αν και τα επιφανειακά ύδατα είναι σχετικά περιορισμένα, υπάρχουν ορισμένα εποχιακά ρέματα και χείμαρροι που χρησιμοποιούνται για οικιακή και αγροτική χρήση. 

Ορισμένοι από τους μεγαλύτερους και πιο σημαντικούς νησιωτικούς υγροτόπους της Μεσογείου απαντούν στο βορειοανατολικό τμήμα του νησιού, στις λίμνες Αλυκή, Χορταρόλιμνη και Ασπρολίμνη. Ακόμη, η Λήμνος είναι ευρέως γνωστή για τα υψηλής ποιότητας τοπικά προϊόντα της, όπως τις ποικιλίες κρασιού καλαμπάκι και μοσχάτο, τα τυριά καλαθάκι και μελίπαστο, τα φασόλια (ιδιαίτερα την τοπική ποικιλία ασπρομύτικο), τον άφκο (τοπική ποικιλία φάβας), τα πεπόνια, τα σύκα, τις κολοκύθες, το γλυκάνισο, το θυμάρι, το μέλι, το σουσάμι, τα τοπικά ζυμαρι- κάφλωμάρια, τα παξιμάδια κ.λπ.

Τα λιγοστά δέντρα και οι απαλές κορυφογραμμές των λόφων επιτρέπουν στογεωργοκτηνοτροφικό μωσαϊκό να καθορίζει το χρώμα που κυριαρχεί στο νησί ανάλογα με την εποχή. Σήμερα, το μεγαλύτερο μέρος της επιφάνειας καλύπτουν βοσκότοποι ή καλλιέργειες. Ωστόσο, καθώς οι σύγχρονες τεχνολογίες θέτουν νέους κανόνες ανταγωνισμού και μεταβάλλουν τη συμπεριφορά των καταναλωτών, το γεωργοκτηνοτροφικό μωσαϊκό της Λήμνου σταδιακά αλλοιώνεται εξαιτίας της εγκατάλειψης παραδοσιακών πρακτικών προς όφελος άλλων δραστηριοτήτων.

02. Δημογραφικά στοιχεία

Πληθυσμιακή εξέλιξη στον 20ό αιώνα

Το 1922 περισσότεροι από 5.000 πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία εγκαταστάθηκαν σε διάφορες περιοχές του νησιού.

Τα χρόνια πριν από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο πληθυσμός της Λήμνου ξεπέρασε τους 23.000 κατοίκους, για να ανέλθει στους 24.018 σύμφωνα με την απογραφή του 1951.

Ασπρόμαυρη φιγούρα με τραγιάσκα

Ή μείωση του πληθυσμού άρχισε όταν έληξε ο Εμφύλιος και ξεκίνησε η μαζική μετανάστευση, για να συνεχιστεί έως το 1981, όταν το νησί έφτασε να αριθμεί μόνο 15.721 κατοίκους.

Ασπρόμαυρη φιγούρα με τραγιάσκα

Ή μείωση του πληθυσμού άρχισε όταν έληξε ο Εμφύλιος και ξεκίνησε η μαζική μετανάστευση, για να συνεχιστεί έως το 1981, όταν το νησί έφτασε να αριθμεί μόνο 15.721 κατοίκους.

Τη δεκαετία του 1980 ο πληθυσμός της Λήμνου ανέκαμψε, με τον αριθμό των κατοίκων να φτάνει το 2001 στους 18.094, για να μειωθεί τελικά σε περίπου 17.000 σύμφωνα με την απογραφή του 2011 και σε περίπου 16.500 σύμφωνα με την απογραφή του 2021.

Η Λήμνος περιλαμβάνει περισσότερες από 30 κοινότητες, την καθεμία οργανωμένη γύρω από το ομώνυμο χωριό. Τα χωριά αυτά απορρόφησαν σταδιακά τον πληθυσμό των αντίστοιχων κοινοτήτων στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα. Ορισμένοι περιφερειακοί αγροτικοί οικισμοί που εγκαταλείφθηκαν μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο διατηρούνται ακόμη και ορισμένες από τις μάντρες τους χρησιμοποιούνται έως και σήμερα από τους γεωργοκτηνοτρόφους (όπως στην Κρηνίδα, τον Άγιο Δημήτριο, τη Δάφνη, το Κοντοβράκι και στον Άγιο Αλέξανδρο). Στον αντίποδα, νέες αναπτύξεις σε εκτός σχεδίου περιοχές έκαναν την εμφάνισή τους τα τελευταία 20 χρόνια στην ύπαιθρο, ιδιαίτερα κατά μήκος της ακτογραμμής, για χρήση τουριστική και δεύτερης κατοικίας.

Μετά το 1980 παρουσιάζεται μια έντονη αντίθεση μεταξύ της δυτικής Λήμνου, της οποίας ο πληθυσμός αυξάνεται, και του κεντρικού και ανατολικού τμήματος του νησιού, που συνεχίζει σε φθίνουσα πορεία. Η μεγαλύτερη αύξηση πληθυσμού σημειώνεται στη Μύρινα και στο γειτονικό Πλατύ (που σχετίζεται με την αστικοποίηση και τον τουρισμό). Στα περισσότερα μεγάλα χωριά στα πεδινά ο πληθυσμός παραμένει αμετάβλητος ή και αυξάνεται (Μούδρος, Ατσική, Άγιος Δημήτριος, Κοντιάς), ενώ στις απομακρυσμένες και ημιορεινές κοινότητες συνεχίζεται η αρνητική τάση (Σαρδές, Κατάλακκο, Ρεπανίδι, Ρωμανού, Καμίνια κ.λπ.).

Στην περίοδο 1981-2011 καταγράφεται μεικτή εικόνα, καθώς η Μύρινα και ορισμένοι πεδινοί οικισμοί παρουσιάζουν πληθυσμιακή αύξηση, ενώ ο πληθυσμός συνεχίζει να μειώνεται –με χαμηλότερο όμως ρυθμό– στις πιο απομακρυσμένες περιοχές.

03. Ιστορία - Μετανάστευση

Η Λήμνος ανά τους αιώνες

Ιστορία

Τα μ.Χ. έτη

Μετανάστευση


Στον Φιλοκτήτη του Σοφοκλή, ο Οδυσσέας μιλά για «μια πέτρα γη ακατοίκητη στη μέση του νερού». Όμως, πόλεμος και ειρήνη, εμπόριο και θρησκεία, επιστήμη και προλήψεις, συνυπήρχαν στο αρχιπέλαγος του Αιγαίου. Τα νησιά του Αιγαίου επισκέφθηκαν, στη μακραίωνη ιστορία τους, πολλοί προσκυνητές, σταυροφόροι, λόγιοι και άλλοι περιηγητές, όπως καταγράφεται σε πολυάριθμες δημοσιευμένες περιγραφές. Η Λήμνος δεν αποτέλεσε εξαίρεση, αφού από τους προϊστορικούς χρόνους είχε υποδεχθεί πολυάριθμες φυλές και είχε δει πολλούς κατακτητές να διαδέχονται ο ένας τον άλλον.

Τα ερείπια του αρχαιότερου οικισμού κυνηγών και αλιέων στο Αιγαιακό Αρχιπέλαγος, που χρονολογούνται στη 12η χιλιετία π.Χ., έχουν ανακαλυφθεί σε αρχαιολογικές ανασκαφές στη Φισίνη της Λήμνου. Επίσης, ανασκαφές στην περιοχή του Εσώκαστρου έφεραν στο φως ενεπίγραφη στήλη από τα Καμίνια και τον οικισμό της Πολιόχνης που χρονολογείται στην Εποχή του Χαλκού. Ο Όμηρος αποκαλούσε τη Λήμνο αμιχθαλόεσσα (δυσπρόσιτη, αφιλόξενη) και ανεμόεσσα, ενώ αναφέρθηκε επίσης στα κύρια επαγγέλματα των ντόπιων: τη μεταλλουργία, τη γεωργία και την αμπελουργία. Η Λήμνος ήταν το νησί του Ηφαίστου, του θεού της φωτιάς. Ο Ήρακλείδης ο Ποντικός (387-312 π.Χ.) έγραψε ότι μία από τις πιο σημαντικές κοινωνικο-οικονομικές μεταμορφώσεις στην ιστορία της ανθρωπότητας οφείλεται στην τέχνη της μεταλλουργίας, που έφτασε στη Λήμνο το 1500 π.Χ. από το θρακικό φύλο των Σιντίων.

Η ονομασία Λήμνος –που πρωτοεμφανίζεται το 1200 π.Χ. σε κείμενα από τηνΠύλο– είναι πιθανότατα προ-ελληνιστική και προέρχεται από τη λέξη λήιον, που σημαίνει «καλλιεργημένη γη». Ο Λήμνιος ιστορικός Αργύριος Μοσχίδης (1907) αναφέρει ότι η ονομασία είναι πιθανότατα φοινικικής προέλευσης και σημαίνει «λευκή».

Η φυλή που κατοίκησε τη Λήμνο στη συνέχεια (1200 π.Χ.) ήταν οι Μινύες, απόγονοι των Αργοναυτών. Επρόκειτο για μια περίοδο ευημερίας για το νησί, όπως φαίνεται στο οικόσημο του Ευνήου, του ομηρικού βασιλιά της Λήμνου κατά τη διάρκεια του Τρωικού Πολέμου· το οικόσημο ήταν ένα χρυσό αμπελόφυλλο, σύμβολο των εμπορικών δεξιοτήτων της φυλής και της παραγωγικής δυνατότητας του νησιού. Οι Λήμνιοι ήταν λάτρεις του κρασιού και πίστευαν ότι ήταν απόγονοι του Διονύσου. Οι πιο δημοφιλείς τελετές στην αρχαία Ελλάδα –που διοργανώνονταν συνήθως την άνοιξη και το φθινόπωρο, δηλαδή κατά τη σπορά και τον θερισμό– συνδέονταν έντονα με τη γονιμότητα της γης. Ο μύθος των Λήμνιων Κακών –συνυφασμένος με τον μύθο των Αργοναυτών– καθώς και τα Καβείρια Μυστήρια σχετίζονται σε συμβολικό επίπεδο με την αναγέννηση του κύκλου ζωής της φύσης.

Σύμφωνα με τον  Ηρόδοτο (484-425 π.Χ.) και τον Θουκυδίδη (460-400 π.Χ.), οι Μίνυες εκδιώχθηκαν από το νησί από τους Πελασγούς (1000 π.Χ.), οι οποίοι είχαν εκδιωχθεί από την Αττική. Ο Ερμής –προστάτης θεός των βοσκών, του εμπορίου και της γονιμότητας– ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής ανάμεσά τους (Μοσχίδης, 1907). Οι Πελασγοί διατηρούσαν στενές σχέσεις με τους Φοίνικες, η επιρροή των οποίων στη Λήμνο ήταν εμφανής κυρίως στη θρησκεία, τον πρωτογενή τομέα και το εμπόριο. 

Το 511 π.Χ.η Λήμνος κατακτήθηκε από τους Πέρσες, τους οποίους όμως εκδίωξαν οι Αθηναίοι έναν χρόνο μετά. Οι Πέρσες ανακατέλαβαν τη Λήμνο μεταξύ του 493 και του 479 π.Χ., αλλά έπειτα το νησί διαχωρίστηκε σε κληρουχίες για τους Αθηναίους.  Η γεωργία ήταν σημαντική για την επιβίωση και την ανάπτυξη των νησιών του Αιγαίου. Τον 3ο και τον 4ο αιώνα π.Χ. η Λήμνος διακρινόταν για την ανάπτυξη της αμπελουργίας και την παραγωγή σιτηρών. Εκείνη την περίοδο ήταν πυκνοκατοικημένη και γεμάτη χωριά και αγροικίες, ιδιαίτερα στις πιο εύφορες περιοχές (δηλαδή στο βορειοδυτικό τμήμα, όπου ήταν αναπτυγμένη η κτηνοτροφία, και στο ανατολικό, όπου ήταν αναπτυγμένη η γεωργία).


Ιστορία


Στον Φιλοκτήτη του Σοφοκλή, ο Οδυσσέας μιλά για «μια πέτρα γη ακατοίκητη στη μέση του νερού». Όμως, πόλεμος και ειρήνη, εμπόριο και θρησκεία, επιστήμη και προλήψεις, συνυπήρχαν στο αρχιπέλαγος του Αιγαίου. Τα νησιά του Αιγαίου επισκέφθηκαν, στη μακραίωνη ιστορία τους, πολλοί προσκυνητές, σταυροφόροι, λόγιοι και άλλοι περιηγητές, όπως καταγράφεται σε πολυάριθμες δημοσιευμένες περιγραφές. Η Λήμνος δεν αποτέλεσε εξαίρεση, αφού από τους προϊστορικούς χρόνους είχε υποδεχθεί πολυάριθμες φυλές και είχε δει πολλούς κατακτητές να διαδέχονται ο ένας τον άλλον.

Τα ερείπια του αρχαιότερου οικισμού κυνηγών και αλιέων στο Αιγαιακό Αρχιπέλαγος, που χρονολογούνται στη 12η χιλιετία π.Χ., έχουν ανακαλυφθεί σε αρχαιολογικές ανασκαφές στη Φισίνη της Λήμνου. Επίσης, ανασκαφές στην περιοχή του Εσώκαστρου έφεραν στο φως ενεπίγραφη στήλη από τα Καμίνια και τον οικισμό της Πολιόχνης που χρονολογείται στην Εποχή του Χαλκού. Ο Όμηρος αποκαλούσε τη Λήμνο αμιχθαλόεσσα (δυσπρόσιτη, αφιλόξενη) και ανεμόεσσα, ενώ αναφέρθηκε επίσης στα κύρια επαγγέλματα των ντόπιων: τη μεταλλουργία, τη γεωργία και την αμπελουργία. Η Λήμνος ήταν το νησί του Ηφαίστου, του θεού της φωτιάς. Ο Ήρακλείδης ο Ποντικός (387-312 π.Χ.) έγραψε ότι μία από τις πιο σημαντικές κοινωνικο-οικονομικές μεταμορφώσεις στην ιστορία της ανθρωπότητας οφείλεται στην τέχνη της μεταλλουργίας, που έφτασε στη Λήμνο το 1500 π.Χ. από το θρακικό φύλο των Σιντίων.

Η ονομασία Λήμνος –που πρωτοεμφανίζεται το 1200 π.Χ. σε κείμενα από τηνΠύλο– είναι πιθανότατα προ-ελληνιστική και προέρχεται από τη λέξη λήιον, που σημαίνει «καλλιεργημένη γη». Ο Λήμνιος ιστορικός Αργύριος Μοσχίδης (1907) αναφέρει ότι η ονομασία είναι πιθανότατα φοινικικής προέλευσης και σημαίνει «λευκή».

Η φυλή που κατοίκησε τη Λήμνο στη συνέχεια (1200 π.Χ.) ήταν οι Μινύες, απόγονοι των Αργοναυτών. Επρόκειτο για μια περίοδο ευημερίας για το νησί, όπως φαίνεται στο οικόσημο του Ευνήου, του ομηρικού βασιλιά της Λήμνου κατά τη διάρκεια του Τρωικού Πολέμου· το οικόσημο ήταν ένα χρυσό αμπελόφυλλο, σύμβολο των εμπορικών δεξιοτήτων της φυλής και της παραγωγικής δυνατότητας του νησιού. Οι Λήμνιοι ήταν λάτρεις του κρασιού και πίστευαν ότι ήταν απόγονοι του Διονύσου. Οι πιο δημοφιλείς τελετές στην αρχαία Ελλάδα –που διοργανώνονταν συνήθως την άνοιξη και το φθινόπωρο, δηλαδή κατά τη σπορά και τον θερισμό– συνδέονταν έντονα με τη γονιμότητα της γης. Ο μύθος των Λήμνιων Κακών –συνυφασμένος με τον μύθο των Αργοναυτών– καθώς και τα Καβείρια Μυστήρια σχετίζονται σε συμβολικό επίπεδο με την αναγέννηση του κύκλου ζωής της φύσης.

Σύμφωνα με τον  Ηρόδοτο (484-425 π.Χ.) και τον Θουκυδίδη (460-400 π.Χ.), οι Μίνυες εκδιώχθηκαν από το νησί από τους Πελασγούς (1000 π.Χ.), οι οποίοι είχαν εκδιωχθεί από την Αττική. Ο Ερμής –προστάτης θεός των βοσκών, του εμπορίου και της γονιμότητας– ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής ανάμεσά τους (Μοσχίδης, 1907). Οι Πελασγοί διατηρούσαν στενές σχέσεις με τους Φοίνικες, η επιρροή των οποίων στη Λήμνο ήταν εμφανής κυρίως στη θρησκεία, τον πρωτογενή τομέα και το εμπόριο. 

Το 511 π.Χ.η Λήμνος κατακτήθηκε από τους Πέρσες, τους οποίους όμως εκδίωξαν οι Αθηναίοι έναν χρόνο μετά. Οι Πέρσες ανακατέλαβαν τη Λήμνο μεταξύ του 493 και του 479 π.Χ., αλλά έπειτα το νησί διαχωρίστηκε σε κληρουχίες για τους Αθηναίους.  Η γεωργία ήταν σημαντική για την επιβίωση και την ανάπτυξη των νησιών του Αιγαίου. Τον 3ο και τον 4ο αιώνα π.Χ. η Λήμνος διακρινόταν για την ανάπτυξη της αμπελουργίας και την παραγωγή σιτηρών. Εκείνη την περίοδο ήταν πυκνοκατοικημένη και γεμάτη χωριά και αγροικίες, ιδιαίτερα στις πιο εύφορες περιοχές (δηλαδή στο βορειοδυτικό τμήμα, όπου ήταν αναπτυγμένη η κτηνοτροφία, και στο ανατολικό, όπου ήταν αναπτυγμένη η γεωργία).


Τα μ.Χ. έτη

Μετανάστευση

Ιστορία


Στον Φιλοκτήτη του Σοφοκλή, ο Οδυσσέας μιλά για «μια πέτρα γη ακατοίκητη στη μέση του νερού». Όμως, πόλεμος και ειρήνη, εμπόριο και θρησκεία, επιστήμη και προλήψεις, συνυπήρχαν στο αρχιπέλαγος του Αιγαίου. Τα νησιά του Αιγαίου επισκέφθηκαν, στη μακραίωνη ιστορία τους, πολλοί προσκυνητές, σταυροφόροι, λόγιοι και άλλοι περιηγητές, όπως καταγράφεται σε πολυάριθμες δημοσιευμένες περιγραφές. Η Λήμνος δεν αποτέλεσε εξαίρεση, αφού από τους προϊστορικούς χρόνους είχε υποδεχθεί πολυάριθμες φυλές και είχε δει πολλούς κατακτητές να διαδέχονται ο ένας τον άλλον.

Τα ερείπια του αρχαιότερου οικισμού κυνηγών και αλιέων στο Αιγαιακό Αρχιπέλαγος, που χρονολογούνται στη 12η χιλιετία π.Χ., έχουν ανακαλυφθεί σε αρχαιολογικές ανασκαφές στη Φισίνη της Λήμνου. Επίσης, ανασκαφές στην περιοχή του Εσώκαστρου έφεραν στο φως ενεπίγραφη στήλη από τα Καμίνια και τον οικισμό της Πολιόχνης που χρονολογείται στην Εποχή του Χαλκού. Ο Όμηρος αποκαλούσε τη Λήμνο αμιχθαλόεσσα (δυσπρόσιτη, αφιλόξενη) και ανεμόεσσα, ενώ αναφέρθηκε επίσης στα κύρια επαγγέλματα των ντόπιων: τη μεταλλουργία, τη γεωργία και την αμπελουργία. Η Λήμνος ήταν το νησί του Ηφαίστου, του θεού της φωτιάς. Ο Ήρακλείδης ο Ποντικός (387-312 π.Χ.) έγραψε ότι μία από τις πιο σημαντικές κοινωνικο-οικονομικές μεταμορφώσεις στην ιστορία της ανθρωπότητας οφείλεται στην τέχνη της μεταλλουργίας, που έφτασε στη Λήμνο το 1500 π.Χ. από το θρακικό φύλο των Σιντίων.

Η ονομασία Λήμνος –που πρωτοεμφανίζεται το 1200 π.Χ. σε κείμενα από τηνΠύλο– είναι πιθανότατα προ-ελληνιστική και προέρχεται από τη λέξη λήιον, που σημαίνει «καλλιεργημένη γη». Ο Λήμνιος ιστορικός Αργύριος Μοσχίδης (1907) αναφέρει ότι η ονομασία είναι πιθανότατα φοινικικής προέλευσης και σημαίνει «λευκή».

Η φυλή που κατοίκησε τη Λήμνο στη συνέχεια (1200 π.Χ.) ήταν οι Μινύες, απόγονοι των Αργοναυτών. Επρόκειτο για μια περίοδο ευημερίας για το νησί, όπως φαίνεται στο οικόσημο του Ευνήου, του ομηρικού βασιλιά της Λήμνου κατά τη διάρκεια του Τρωικού Πολέμου· το οικόσημο ήταν ένα χρυσό αμπελόφυλλο, σύμβολο των εμπορικών δεξιοτήτων της φυλής και της παραγωγικής δυνατότητας του νησιού. Οι Λήμνιοι ήταν λάτρεις του κρασιού και πίστευαν ότι ήταν απόγονοι του Διονύσου. Οι πιο δημοφιλείς τελετές στην αρχαία Ελλάδα –που διοργανώνονταν συνήθως την άνοιξη και το φθινόπωρο, δηλαδή κατά τη σπορά και τον θερισμό– συνδέονταν έντονα με τη γονιμότητα της γης. Ο μύθος των Λήμνιων Κακών –συνυφασμένος με τον μύθο των Αργοναυτών– καθώς και τα Καβείρια Μυστήρια σχετίζονται σε συμβολικό επίπεδο με την αναγέννηση του κύκλου ζωής της φύσης.

Σύμφωνα με τον  Ηρόδοτο (484-425 π.Χ.) και τον Θουκυδίδη (460-400 π.Χ.), οι Μίνυες εκδιώχθηκαν από το νησί από τους Πελασγούς (1000 π.Χ.), οι οποίοι είχαν εκδιωχθεί από την Αττική. Ο Ερμής –προστάτης θεός των βοσκών, του εμπορίου και της γονιμότητας– ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής ανάμεσά τους (Μοσχίδης, 1907). Οι Πελασγοί διατηρούσαν στενές σχέσεις με τους Φοίνικες, η επιρροή των οποίων στη Λήμνο ήταν εμφανής κυρίως στη θρησκεία, τον πρωτογενή τομέα και το εμπόριο. 

Το 511 π.Χ.η Λήμνος κατακτήθηκε από τους Πέρσες, τους οποίους όμως εκδίωξαν οι Αθηναίοι έναν χρόνο μετά. Οι Πέρσες ανακατέλαβαν τη Λήμνο μεταξύ του 493 και του 479 π.Χ., αλλά έπειτα το νησί διαχωρίστηκε σε κληρουχίες για τους Αθηναίους.  Η γεωργία ήταν σημαντική για την επιβίωση και την ανάπτυξη των νησιών του Αιγαίου. Τον 3ο και τον 4ο αιώνα π.Χ. η Λήμνος διακρινόταν για την ανάπτυξη της αμπελουργίας και την παραγωγή σιτηρών. Εκείνη την περίοδο ήταν πυκνοκατοικημένη και γεμάτη χωριά και αγροικίες, ιδιαίτερα στις πιο εύφορες περιοχές (δηλαδή στο βορειοδυτικό τμήμα, όπου ήταν αναπτυγμένη η κτηνοτροφία, και στο ανατολικό, όπου ήταν αναπτυγμένη η γεωργία).


Τα μ.Χ. έτη

Μετανάστευση

Ιστορία


Στον Φιλοκτήτη του Σοφοκλή, ο Οδυσσέας μιλά για «μια πέτρα γη ακατοίκητη στη μέση του νερού». Όμως, πόλεμος και ειρήνη, εμπόριο και θρησκεία, επιστήμη και προλήψεις, συνυπήρχαν στο αρχιπέλαγος του Αιγαίου. Τα νησιά του Αιγαίου επισκέφθηκαν, στη μακραίωνη ιστορία τους, πολλοί προσκυνητές, σταυροφόροι, λόγιοι και άλλοι περιηγητές, όπως καταγράφεται σε πολυάριθμες δημοσιευμένες περιγραφές. Η Λήμνος δεν αποτέλεσε εξαίρεση, αφού από τους προϊστορικούς χρόνους είχε υποδεχθεί πολυάριθμες φυλές και είχε δει πολλούς κατακτητές να διαδέχονται ο ένας τον άλλον.

Τα ερείπια του αρχαιότερου οικισμού κυνηγών και αλιέων στο Αιγαιακό Αρχιπέλαγος, που χρονολογούνται στη 12η χιλιετία π.Χ., έχουν ανακαλυφθεί σε αρχαιολογικές ανασκαφές στη Φισίνη της Λήμνου. Επίσης, ανασκαφές στην περιοχή του Εσώκαστρου έφεραν στο φως ενεπίγραφη στήλη από τα Καμίνια και τον οικισμό της Πολιόχνης που χρονολογείται στην Εποχή του Χαλκού. Ο Όμηρος αποκαλούσε τη Λήμνο αμιχθαλόεσσα (δυσπρόσιτη, αφιλόξενη) και ανεμόεσσα, ενώ αναφέρθηκε επίσης στα κύρια επαγγέλματα των ντόπιων: τη μεταλλουργία, τη γεωργία και την αμπελουργία. Η Λήμνος ήταν το νησί του Ηφαίστου, του θεού της φωτιάς. Ο Ήρακλείδης ο Ποντικός (387-312 π.Χ.) έγραψε ότι μία από τις πιο σημαντικές κοινωνικο-οικονομικές μεταμορφώσεις στην ιστορία της ανθρωπότητας οφείλεται στην τέχνη της μεταλλουργίας, που έφτασε στη Λήμνο το 1500 π.Χ. από το θρακικό φύλο των Σιντίων.

Η ονομασία Λήμνος –που πρωτοεμφανίζεται το 1200 π.Χ. σε κείμενα από τηνΠύλο– είναι πιθανότατα προ-ελληνιστική και προέρχεται από τη λέξη λήιον, που σημαίνει «καλλιεργημένη γη». Ο Λήμνιος ιστορικός Αργύριος Μοσχίδης (1907) αναφέρει ότι η ονομασία είναι πιθανότατα φοινικικής προέλευσης και σημαίνει «λευκή».

Η φυλή που κατοίκησε τη Λήμνο στη συνέχεια (1200 π.Χ.) ήταν οι Μινύες, απόγονοι των Αργοναυτών. Επρόκειτο για μια περίοδο ευημερίας για το νησί, όπως φαίνεται στο οικόσημο του Ευνήου, του ομηρικού βασιλιά της Λήμνου κατά τη διάρκεια του Τρωικού Πολέμου· το οικόσημο ήταν ένα χρυσό αμπελόφυλλο, σύμβολο των εμπορικών δεξιοτήτων της φυλής και της παραγωγικής δυνατότητας του νησιού. Οι Λήμνιοι ήταν λάτρεις του κρασιού και πίστευαν ότι ήταν απόγονοι του Διονύσου. Οι πιο δημοφιλείς τελετές στην αρχαία Ελλάδα –που διοργανώνονταν συνήθως την άνοιξη και το φθινόπωρο, δηλαδή κατά τη σπορά και τον θερισμό– συνδέονταν έντονα με τη γονιμότητα της γης. Ο μύθος των Λήμνιων Κακών –συνυφασμένος με τον μύθο των Αργοναυτών– καθώς και τα Καβείρια Μυστήρια σχετίζονται σε συμβολικό επίπεδο με την αναγέννηση του κύκλου ζωής της φύσης.

Σύμφωνα με τον  Ηρόδοτο (484-425 π.Χ.) και τον Θουκυδίδη (460-400 π.Χ.), οι Μίνυες εκδιώχθηκαν από το νησί από τους Πελασγούς (1000 π.Χ.), οι οποίοι είχαν εκδιωχθεί από την Αττική. Ο Ερμής –προστάτης θεός των βοσκών, του εμπορίου και της γονιμότητας– ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής ανάμεσά τους (Μοσχίδης, 1907). Οι Πελασγοί διατηρούσαν στενές σχέσεις με τους Φοίνικες, η επιρροή των οποίων στη Λήμνο ήταν εμφανής κυρίως στη θρησκεία, τον πρωτογενή τομέα και το εμπόριο. 

Το 511 π.Χ.η Λήμνος κατακτήθηκε από τους Πέρσες, τους οποίους όμως εκδίωξαν οι Αθηναίοι έναν χρόνο μετά. Οι Πέρσες ανακατέλαβαν τη Λήμνο μεταξύ του 493 και του 479 π.Χ., αλλά έπειτα το νησί διαχωρίστηκε σε κληρουχίες για τους Αθηναίους.  Η γεωργία ήταν σημαντική για την επιβίωση και την ανάπτυξη των νησιών του Αιγαίου. Τον 3ο και τον 4ο αιώνα π.Χ. η Λήμνος διακρινόταν για την ανάπτυξη της αμπελουργίας και την παραγωγή σιτηρών. Εκείνη την περίοδο ήταν πυκνοκατοικημένη και γεμάτη χωριά και αγροικίες, ιδιαίτερα στις πιο εύφορες περιοχές (δηλαδή στο βορειοδυτικό τμήμα, όπου ήταν αναπτυγμένη η κτηνοτροφία, και στο ανατολικό, όπου ήταν αναπτυγμένη η γεωργία).


Τα μ.Χ. έτη

Μετανάστευση

04. Οικονομία

Η οικονομία της Λήμνου

Τα δομικά στοιχεία που καθορίζουν την ισορροπία των νησιωτικών οικονομιών ορίζονται σε μεγάλο βαθμό από τους διαθέσιμους φυσικούς πόρους, το μέγεθος και τα χαρακτηριστικά του πληθυσμού, τις υποδομές, την τεχνολογία και τους θεσμούς. Οι κοινωνικο-οικονομικές προοπτικές της Λήμνου έχουν καθοριστεί σε μεγάλο βαθμό από το μικροκλίμα της περιοχής, τη γεωμορφολογία και την ποιότητα του εδάφους, που ευνόησαν την ανάπτυξη μιας σημαντικού μεγέθους αγροτικής παραγωγής.

Ένας εργάτης ατενίζει το Αιγαίο

Οι κοινωνικο-οικονομικές μεταβολές που έλαβαν χώρα τις τελευταίες δεκαετίες οδήγησαν σε επαναπροσδιορισμό αυτών των στοιχείων καθώς πλέον ο τριτογενής τομέας κυριαρχεί στην τοπική οικονομία, με πολλούς κατοίκους να εργάζονται στον τουρισμό, το εμπόριο και τον δημόσιο τομέα. Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το διάστημα 1991-2011, παρατηρούμε ότι η Λήμνος ακολουθεί τη γενική τάση «τριτογενοποίησης» που χαρακτηρίζει τόσο την Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου όσο και το σύνολο της χώρας. Το ποσοστό απασχόλησης στον πρωτογενή τομέα σχεδόν υποδιπλασιάστηκε μέσα σε μία εικοσαετία στη Λήμνο (από 25,5% το 1991 σε 13,2% το 2011). Παραμένει όμως σημαντικά υψηλότερο από τον εθνικό μέσο όρο (10%), γεγονός που υποδηλώνει τη σημασία του πρωτογενούς τομέα στην τοπική οικονομία.

Τα τελευταία χρόνια, στις πολιτικές αναλύσεις αναγνωρίζεται ολοένα και περισσότερο ότι ο πρωτογενής και ο τριτογενής τομέας μιας οικονομίας χρειάζεται να δράσουν ως συγκοινωνούντα δοχεία και να στηρίξουν ο ένας τον άλλο προκειμένου να θέσουν τα θεμέλια για μια βιώσιμη αγροτική ανάπτυξη σε ένα σύγχρονο πλαίσιο. Ιδιαίτερα σε ανεπτυγμένες ή αναπτυσσόμενες τουριστικά περιοχές, όπως είναι η Λήμνος και, ευρύτερα, το Βόρειο Αιγαίο, η παραγωγή ποιοτικών τοπικών προϊόντων αγροδιατροφής συνεισφέρει στη δημιουργία μιας ισχυρής τοπικής ταυτότητας, ενισχύοντας την αναγνωρισιμότητα και την ελκυστικότητα της περιοχής ως τουριστικού προορισμού· παράλληλα, η τουριστική αγορά προσφέρει αυξημένες δυνατότητες διάθεσης της τοπικής παραγωγής, ενώ μπορεί –υπό προϋποθέσεις– να υποστηρίξει την αγορά προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας. Με τον τρόπο αυτό δημιουργείται ένας ενάρετος κύκλος ανάμεσα στους τομείς της τοπικής οικονομίας (στον οποίο περιλαμβάνεται και ο δευτερογενής τομέας, που μεταποιεί και συσκευάζει τα προϊόντα διατροφής).

Το πρόγραμμα Terra Lemnia προσπάθησε να συνεισφέρει σε αυτή την κατεύθυνση δημιουργώντας το σήμα ποιότητας προϊόντων Terra Vita και προωθώντας την κατάρτιση ενός πλάνου συνεργασίας των παραγωγικών δυνάμεων του νησιού με βάση τα πιστοποιημένα προϊόντα. Η αναγνώριση, διατήρηση, στήριξη και προώθηση των μοναδικών πολιτισμικών χαρακτηριστικών της Λήμνου, όπως αυτά αποτυπώνονται στις αγροτικές πρακτικές και στα παραδοσιακά προϊόντα του συστήματος της μάντρας, βρίσκονται στον πυρήνα της προσπάθειας να αναπτυχθεί μια κοινή αφήγηση και ένα συνεκτικό πλαίσιο για την ταυτότητα του τόπου.

Οικονομία της Λήμνου
Οικονομία της Λήμνου

Οι κοινωνικο-οικονομικές μεταβολές που έλαβαν χώρα τις τελευταίες δεκαετίες οδήγησαν σε επαναπροσδιορισμό αυτών των στοιχείων καθώς πλέον ο τριτογενής τομέας κυριαρχεί στην τοπική οικονομία, με πολλούς κατοίκους να εργάζονται στον τουρισμό, το εμπόριο και τον δημόσιο τομέα. Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το διάστημα 1991-2011, παρατηρούμε ότι η Λήμνος ακολουθεί τη γενική τάση «τριτογενοποίησης» που χαρακτηρίζει τόσο την Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου όσο και το σύνολο της χώρας. Το ποσοστό απασχόλησης στον πρωτογενή τομέα σχεδόν υποδιπλασιάστηκε μέσα σε μία εικοσαετία στη Λήμνο (από 25,5% το 1991 σε 13,2% το 2011). Παραμένει όμως σημαντικά υψηλότερο από τον εθνικό μέσο όρο (10%), γεγονός που υποδηλώνει τη σημασία του πρωτογενούς τομέα στην τοπική οικονομία.

Οι κοινωνικο-οικονομικές μεταβολές που έλαβαν χώρα τις τελευταίες δεκαετίες οδήγησαν σε επαναπροσδιορισμό αυτών των στοιχείων καθώς πλέον ο τριτογενής τομέας κυριαρχεί στην τοπική οικονομία, με πολλούς κατοίκους να εργάζονται στον τουρισμό, το εμπόριο και τον δημόσιο τομέα. Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το διάστημα 1991-2011, παρατηρούμε ότι η Λήμνος ακολουθεί τη γενική τάση «τριτογενοποίησης» που χαρακτηρίζει τόσο την Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου όσο και το σύνολο της χώρας. Το ποσοστό απασχόλησης στον πρωτογενή τομέα σχεδόν υποδιπλασιάστηκε μέσα σε μία εικοσαετία στη Λήμνο (από 25,5% το 1991 σε 13,2% το 2011). Παραμένει όμως σημαντικά υψηλότερο από τον εθνικό μέσο όρο (10%), γεγονός που υποδηλώνει τη σημασία του πρωτογενούς τομέα στην τοπική οικονομία.

Τα τελευταία χρόνια, στις πολιτικές αναλύσεις αναγνωρίζεται ολοένα και περισσότερο ότι ο πρωτογενής και ο τριτογενής τομέας μιας οικονομίας χρειάζεται να δράσουν ως συγκοινωνούντα δοχεία και να στηρίξουν ο ένας τον άλλο προκειμένου να θέσουν τα θεμέλια για μια βιώσιμη αγροτική ανάπτυξη σε ένα σύγχρονο πλαίσιο. Ιδιαίτερα σε ανεπτυγμένες ή αναπτυσσόμενες τουριστικά περιοχές, όπως είναι η Λήμνος και, ευρύτερα, το Βόρειο Αιγαίο, η παραγωγή ποιοτικών τοπικών προϊόντων αγροδιατροφής συνεισφέρει στη δημιουργία μιας ισχυρής τοπικής ταυτότητας, ενισχύοντας την αναγνωρισιμότητα και την ελκυστικότητα της περιοχής ως τουριστικού προορισμού· παράλληλα, η τουριστική αγορά προσφέρει αυξημένες δυνατότητες διάθεσης της τοπικής παραγωγής, ενώ μπορεί –υπό προϋποθέσεις– να υποστηρίξει την αγορά προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας. Με τον τρόπο αυτό δημιουργείται ένας ενάρετος κύκλος ανάμεσα στους τομείς της τοπικής οικονομίας (στον οποίο περιλαμβάνεται και ο δευτερογενής τομέας, που μεταποιεί και συσκευάζει τα προϊόντα διατροφής).

Τα τελευταία χρόνια, στις πολιτικές αναλύσεις αναγνωρίζεται ολοένα και περισσότερο ότι ο πρωτογενής και ο τριτογενής τομέας μιας οικονομίας χρειάζεται να δράσουν ως συγκοινωνούντα δοχεία και να στηρίξουν ο ένας τον άλλο προκειμένου να θέσουν τα θεμέλια για μια βιώσιμη αγροτική ανάπτυξη σε ένα σύγχρονο πλαίσιο. Ιδιαίτερα σε ανεπτυγμένες ή αναπτυσσόμενες τουριστικά περιοχές, όπως είναι η Λήμνος και, ευρύτερα, το Βόρειο Αιγαίο, η παραγωγή ποιοτικών τοπικών προϊόντων αγροδιατροφής συνεισφέρει στη δημιουργία μιας ισχυρής τοπικής ταυτότητας, ενισχύοντας την αναγνωρισιμότητα και την ελκυστικότητα της περιοχής ως τουριστικού προορισμού· παράλληλα, η τουριστική αγορά προσφέρει αυξημένες δυνατότητες διάθεσης της τοπικής παραγωγής, ενώ μπορεί –υπό προϋποθέσεις– να υποστηρίξει την αγορά προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας. Με τον τρόπο αυτό δημιουργείται ένας ενάρετος κύκλος ανάμεσα στους τομείς της τοπικής οικονομίας (στον οποίο περιλαμβάνεται και ο δευτερογενής τομέας, που μεταποιεί και συσκευάζει τα προϊόντα διατροφής).

Το πρόγραμμα Terra Lemnia προσπάθησε να συνεισφέρει σε αυτή την κατεύθυνση δημιουργώντας το σήμα ποιότητας προϊόντων Terra Vita και προωθώντας την κατάρτιση ενός πλάνου συνεργασίας των παραγωγικών δυνάμεων του νησιού με βάση τα πιστοποιημένα προϊόντα. Η αναγνώριση, διατήρηση, στήριξη και προώθηση των μοναδικών πολιτισμικών χαρακτηριστικών της Λήμνου, όπως αυτά αποτυπώνονται στις αγροτικές πρακτικές και στα παραδοσιακά προϊόντα του συστήματος της μάντρας, βρίσκονται στον πυρήνα της προσπάθειας να αναπτυχθεί μια κοινή αφήγηση και ένα συνεκτικό πλαίσιο για την ταυτότητα του τόπου.

Το πρόγραμμα Terra Lemnia προσπάθησε να συνεισφέρει σε αυτή την κατεύθυνση δημιουργώντας το σήμα ποιότητας προϊόντων Terra Vita και προωθώντας την κατάρτιση ενός πλάνου συνεργασίας των παραγωγικών δυνάμεων του νησιού με βάση τα πιστοποιημένα προϊόντα. Η αναγνώριση, διατήρηση, στήριξη και προώθηση των μοναδικών πολιτισμικών χαρακτηριστικών της Λήμνου, όπως αυτά αποτυπώνονται στις αγροτικές πρακτικές και στα παραδοσιακά προϊόντα του συστήματος της μάντρας, βρίσκονται στον πυρήνα της προσπάθειας να αναπτυχθεί μια κοινή αφήγηση και ένα συνεκτικό πλαίσιο για την ταυτότητα του τόπου.

Ζήσε την αυθεντικότητα... εξερεύνησε το ανεξερεύνητο!

Τα σημεία και οι διαδρομές που συμπεριλήφθηκαν στις θεματικές αγροδιατροφικές διαδρομές ήταν προτάσεις μελών της τοπικής κοινότητας της Λήμνου, και προέκυψαν από δύο συμμετοχικά εργαστήρια που πραγματοποιήθηκαν το χειμώνα του 2024. Τους ευχαριστούμε όλους θερμά για τη συμμετοχή και την πολύτιμη βοήθειά τους.

Η ιστοσελίδα αυτή δημιουργήθηκε με χρηματοδότηση από το Υπουργείο Πολιτισμού – Διεύθυνση Σύγχρονου Πολιτισμού και από το Μεσογειακό Ινστιτούτο για τη Φύση και τον Άνθρωπο (MedINA).

Μεσογειακό Ινστιτούτο για τη Φύση και τον Άνθρωπο

Επικοινωνία

Ζήσε την αυθεντικότητα... εξερεύνησε το ανεξερεύνητο!

Τα σημεία και οι διαδρομές που συμπεριλήφθηκαν στις θεματικές αγροδιατροφικές διαδρομές ήταν προτάσεις μελών της τοπικής κοινότητας της Λήμνου, και προέκυψαν από δύο συμμετοχικά εργαστήρια που πραγματοποιήθηκαν το χειμώνα του 2024. Τους ευχαριστούμε όλους θερμά για τη συμμετοχή και την πολύτιμη βοήθειά τους.

Η ιστοσελίδα αυτή δημιουργήθηκε με χρηματοδότηση από το Υπουργείο Πολιτισμού – Διεύθυνση Σύγχρονου Πολιτισμού και από το Μεσογειακό Ινστιτούτο για τη Φύση και τον Άνθρωπο (MedINA).

Μεσογειακό Ινστιτούτο για τη Φύση και τον Άνθρωπο

Επικοινωνία